Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019




«Επάνοδος», Κύπρος 1992

Ποιητική σύνθεση αποτελούμενη από 330 στίχους.


« Η ποιητική σύνθεση του Νίκου Πενταρά «Επάνοδος» είναι επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε, γιατί αναφέρεται σ΄ένα θέμα ζωτικής σημασίας για τους Έλληνες της Κύπρου, την επιστροφή στη γη των πατέρων, στις ρίζες της Ιστορίας και του πολιτισμού μας, αφού στα κατεχόμενα εδάφη μας είναι βαθιά χαραγμένη η ελληνική μας ιστορία από τον καιρό των Αχαιών. 


Στη σύνθεση αυτή ο ποιητής παρουσιάζεται να δέχεται ένα βράδυ την επίσκεψη ενός άγνωστου νέου που μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε Έλληνας της Κύπρου που έχει μέσα του την ελληνική μας ιστορία, τις θυσίες και τους αγώνες των προγόνων μας. Στην ερώτηση ποιος είναι ο άγνωστος νέος, η απάντηση είναι «…είμαι ο πρώτος εκ των Μυκηναίων που κατοικήσανε την Κύπρο τη Β΄ χιλιετηρίδα π. Χ. ο πρόγονος του Ευαγόρα, του Ρε Αλέξη, του μοναχού Ιωαννίκιου και του Κυριάκου Μάτση, ο πρόγονός σου ποιητή… Με σπαραγμό ψυχής βλέπω τους εν δουλεία απογόνους μου κι επιθυμώ να τους ελευθερώσω και να τους ανεβάσω πάλι στην Αχαιών Ακτή.» 


Η επανεγκατάσταση των προσφύγων στις εστίες τους θεωρείται πρώτιστο καθήκον των νεοτέρων και ανατίθεται στον ποιητή ο ρόλος του Μωϋσέως, να οδηγήσει δηλαδή το λαό στις ρίζες του, στα χώματά του, στην Αχαιών Ακτή, στην Ακανθού.
Ο ποιητής παίρνει κριτική θέση απέναντι στην έλλειψη προγραμματισμού, στα συνθήματα στα κενά λόγια και στα κλωνάρια της ελιάς.


Ο κατακτητής είναι αδίστακτος. Κι ακολουθεί ένα ερώτημα που πρέπει πολλούς να προβληματίσει: «Πρόγονέ μας Μυκηναίε, δείξε και φανέρωσε αν ο κατακτητής μας θέλει την απελευθέρωσή μας κι επιθυμεί το γυρισμό μας στην Αχαιών Ακτή.» Όσο ποιητικό κι αν είναι το ερώτημα δεν παύει να είναι τραγικά αληθινό. Ο ποιητής συλλαμβάνει ήδη από το 1992 την ψυχική μεταστροφή μερικών ελληνοκυπρίων και την αναπόφευκτη καταστροφή.


Ακολουθεί η υπόμνηση των αγώνων των Ελλήνων της Κύπρου, με τη Μαρία τη Συγκλητική και τους θυσιασθέντες το 1821. Ο ποιητής αδυνατεί να φέρει σε πέρας την αποστολή του, να οδηγήσει το λαό του στα χώματά του, οπότε, στην επόμενη ενότητα, παρουσιάζεται ο πατέρας του ποιητή που τον περιλούζει με τα κατάλοιπα του μυκηναϊκού στην Κύπρο πολιτισμού. «Σου μεταγγίζουμε το φως 
 το φως το αληθινό που θα φωτίζει την καρδιά σου και τη σκέψη σου για την επάνοδο στην Αχαιών Ακτή» λέει ο πατέρας. 


Το τελευταίο μέρος: « Έχοντας για σώμα- αντί για σάρκα και οστά- το φως το αληθινό που μου μετάγγισαν τα ειδώλια, παίρνω τον αμφορέα και ξεκινώ  πάω στους εν δουλεία που, καθώς με βλέπουνε με τέτοιο σώμα και με τον αμφορέα, κάποιος χιμάει κατά πάνω μου, τον παίρνει από τα χέρια μου με βία και μου τον φέρνει στο κεφάλι. Άσαρκο καθώς είναι, τίποτε δεν παθαίνει, ευτυχώς, ο αμφορέας όμως, δυστυχώς, γίνεται θρύψαλα, τα ειδώλια σκορπίζονται στο χώμα, το βάζουν έντρομα στα πόδια κι εξαφανίζονται.»

Η καταστροφή του πολιτισμού και της ιστορίας μας στα υλικά τους λείψανα μπορεί να είναι πραγματικότητα, όμως το ελληνικό φως δεν είναι υλικό άυλο ως είναι φωτίζει τις σκέψεις και αποφάσεις των ποιητών και πνευματικών ανθρώπων που έχουν μέσα τους βαθιά την ελληνική μας Ιστορία και το καθήκον απέναντί της.».

(Στέλιος Παπαντωνίου, δημοσίευση του στο διαδίκτυο)

 «Γιατί δεν μπορώ να δω την Ακανθού; Απλό, απλούστατο το ερώτημα του ποιητή στη νέα ποιητική συλλογή του («ΕΠΑΝΟΔΟΣ»), ερώτημα που μπαίνει όπως αυτά των παιδιών που ρωτούν για μύρια τόσα. Για να ακολουθήσει μετά η απάντηση και η υπόδειξη με τρόπο που ξαναθέτει το καθήκον  του ποιητή – προφήτη. Ο Πενταράς, όμως, δεν μένει μόνο σ’ αυτό.Το ενορατικό του κείμενο είναι ταυτόχρονα και κοινωνιολογικό δοκίμιο με τις σαρκαστικές εκφάνσεις, που επιβάλλει η ανάλυση μιας κοινωνίας όπως της κυπριακής.

 Έχει συζητηθεί και αναλυθεί αρκετές φορές το θέμα του βαθμού μηδέν της συζήτησης στην Κύπρο. Πως ακόμα και για τα αυτονόητα συνεχίζουμε τις ατέρμονες συζητήσεις, πως και ωδη και ευνόητα παράγουμε τη θεωρητική θολούρα και σύγχυση ενώ πρέπει επιτέλους να πούμε ορθά τη γνώμη μας και να προχωρήσουμε πάρα κάτω.

 Στην «ΕΠΑΝΟΔΟ» του Νίκου Πενταρά, οι νέοι Κύπριοι, ρίχνοντας τα φύλλα της ελιάς σ’ αναμμένα κάρβουνα, φτάνουν στο σημείο να ζητούν να μάθουν και αυτό:
δείξε και φανέρωσε
δείξε και φανέρωσε
αν ο κατακτητής μάς αγαπά.

 Η παρωδία του παιχνιδιού του «Αη Βασίλη Βασιλιά» στο ποίημα του Πενταρά είναι πράγματι ένα αποκαλυπτικό και εύστοχο εύρημα.

(Σάββας Παύλου – Τζωνής, «Ραδιοπρόγραμμα», Μάης 1993)

«… Η ποιητική σύνθεση «Επάνοδος» έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή για την τύχη του ελληνισμού της Κύπρου. Ο ποιητής στέλλει με καθαρή φωνή τα μηνύματά του, αλλά, συγχρόνως, εκφράζει την αγωνία του για το μέλλον αυτού του τόπου με τη μακρόχρονη ιστορία και με την τρισχιλιετή ελληνική παρουσία και παράδοση.

 (Γιώργος Κιτρομηλίδης, εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος», 30/07/1992)

«Η «Επάνοδος» του Νίκου Πενταρά είναι μια αξιόλογη   ποιητική σύνθεση, ένα είδος μπαλάντας όπου το διηγηματικό στοιχείο με το λυρικό συμβαδίζουν σε μια ιστορικής διάθεσης πορεία του κυπριακού ελληνισμού. Από την άλλη νιώθεις στην εξέλιξη της σύνθεσης τον πολιτικό αντίκτυπο από τα σημερινά γεγονότα μας. Τούτο κιόλας ζωντανεύει το λόγο και του δίνει και ένα άλλο νόημα, θα το ’λεγα κριτικό, μέσα στην τραγική ατμόσφαιρα.

(Κύπρος Χρυσάνθης, εφημερίδα  «Η Σημερινή», 14/08/1992)

1 σχόλιο: