Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Η ΒΡΟΧΗ ΠΕΡΑΣΕ ΞΑΝΑ

Η βροχή πέρασε ξανά
μούσκεψε τα πεσμένα φύλλα
θόλωσε τα μάτια πίσ’ απ’ το τζάμι
έσβησε τα χνάρια του Καλοκαιριού στην άμμο και τα χρυσάνθεμα
μάζεψαν μια μια τις στάλες της
για να ξεπλύνουν τη σκόνη
απ’ το φουστάνι της επόμενης Άνοιξης.

Η βροχή πέρασε ξανά
μ’ ένα τεράστιο ουράνιο τόξο
να χαμογελά στον γκρίζο ουρανό
μετά το πέρασμά της.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019





    "Σε φόντο Φθινοπωρινό", 2015


Σαφώς πιο έντεχνα νοηματισμένη και κατασταλαγμένη, φιλοσοφημένη και αναστοχαστική η πρόσφατη συλλογή του Νίκου Πενταρά, που τιτλοφορείται με συμβολική πολυσημία «ΣΕ ΦΟΝΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ» και σε αρμονική αντίστιξη αλληγορικών μεταβολισμών με το περιεχόμενο των ποιημάτων της. Σ’ αυτό το σκηνογραφικό βάθος, εντούτοις, της νέας ποιητικής του προοπτικής ουδόλως φαίνεται να φθίνουν οι οπώρες της ώριμης συγκομιδής του. Απεναντίας, δρέπονται εύχυμες και ηδύγευστες σε μικρότερα ή μεγαλύτερα κάνιστρα ευκαρπίας, ήτοι σε ολιγόστιχα ώς επί το πλείστον ή και μακρότερα εύληπτα ποιήματα πολυθεματικής βιοποικιλότητας, αφήνοντας, ωστόσο, μιαν αίσθηση μνησιπήμονος πόνου και την αναπόληση ήρεμων αναμνησιακών αποδράσεων. Εικόνες και σχήματα χρωμάτων και αποχρώσεων, λυρικοί συνειρμοί και αποκαλυπτικά συμφραζόμενα, έμψυχες παρουσίες υπαρκτών και μυθικών πλασμάτων ή ζωντανές απουσίες προσφιλών μορφών είναι που ανακαλούν το Φθινόπωρο στην ανακύκληση των εποχών ή επικαλούνται μετωνυμικά το ηλικιακό μεταίχμιο της μετάβασης του ποιητή από την άνοιξη και το καλοκαίρι της νεότητας στον χειμώνα όχι, ασφαλώς, του γήρατος, αλλά του ανανεωμένου «ταξιδιού» του. (Xρυσόθεμις Χατζηπαναγή)





«Στη μοναξιά του φεγγαριού», Αθήνα 2009

Ποιητική συλλογή στην οποία περιέχονται 53 ποιήματα, χωρισμένα σε πέντε θεματικές ενότητες με τους αντίστοιχους τίτλους: α) Η γέννηση, β) Η αρπαγή,

γ) Η προσμονή, δ) Η ελπίδα, ε) Ο λυτρωμός.

Σχέδιο εξωφύλλου: Σπύρος Αντωνέλλος


«Το μόττο του βιβλίου είναι καθοριστικό της ποιητικής του Νίκου Πενταρά, στη συλλογή του "Στη Μοναξιά του Φεγγαριού", που θα βοηθήσει να συλλάβουμε και τα εργαλεία, σύγχρονα ή παλαιά , με τα οποία πρέπει να πλησιάζουμε την ποίησή του. Γράφει λοιπόν ως προμετωπίδα του έργου του αυτού:

«Απλούστατα, δεν πρόσεξαν την παρουσία μας εδώ, γιατί δε ζήσαμε στην εποχή τους, αλλά στην εποχή του Κάλβου και του Σολωμού, του Παλαμά και του Καβάφη, με τη λαβωματιά στο στήθος από τον πυροβολισμό , που σκόρπισε στο σκοτεινό δωμάτιο τους πένθιμους συλλογισμούς του Καρυωτάκη.»
Οίνος λοιπόν εις  παλαιούς ασκούς, και ας μη κατηγορούμε για την έλλειψη νεοτερικότητας. Το μόνο ίσως στο οποίο διαφέρει από τις παλαιές σχολές είναι ο ελεύθερος στίχος, στον οποίο γράφει. Κατά τα άλλα, στη συλλογή αυτή, εκτός από τα μονόστιχα και ολιγόστιχα ποιήματα, στα οποία συμπυκνώνει το λυρισμό του, βρίσκουμε  θεματικά και εικονικά τη φύση να παίζει τον πρώτο ρόλο, αφού από αυτήν παίρνει τις περισσότερες εικόνες του, και μ’ αυτήν συνταιριάζει τα ανθρώπινα, συναισθήματα και σκέψεις.

Οι εικόνες του από τη φύση, με τις παρομοιώσεις, τις μεταφορές, τις αλληγορίες, τις αντιθέσεις, επιβεβαιώνουν το προλογικό του σημείωμα.  

Μικρά ποιήματα, με τη θλίψη για την καταστροφή της Κύπρου, τη συγκρατημένη αποδοχή των γεγονότων και των καταστάσεων, των ανθρωπίνων.

Η προσπάθεια συγγραφής ολιγόστιχων ποιημάτων, μονόστιχων, δίστιχων, τρίστιχων κρίνεται επιτυχής, γιατί και δεξιότητα χρειάζεται και συμπύκνωση λόγου και νοημάτων ποιητικά δοσμένων. (Στέλιος Παπαντωνίου, Φιλόλογος - Μελετητής)

«Με αφομοιωμένες επιδράσεις και με προσωπικό ύφος αυτοβιογραφείται ποιητικά ο Νίκος Πενταράς στο βιβλίο του «Στη μοναξιά του φεγγαριού», που είναι, πιστεύω, το καλύτερο από όλα τα προηγούμενα. Και αυτή η λυρική βιογραφία σταματά και συνεπαίρνει τον αναγνώστη με τα ωραία νοήματα και τις ποιητικές εικόνες. (Αντώνης Πιλλάς, 28/10/2010)



«Σε κάθε μπαλκόνι κι ένα χελιδόνι»,

Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2007

Ιστορικό μυθιστόρημα για παιδιά και νέους, που αναφέρεται σε γεγονότα του αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955 – 1959, με ιδιαίτερη αναφορά στο πώς βίωσαν τα παιδιά της εποχής εκείνης τον αγώνα. Οι δρόμοι, οι γειτονιές και ο ιδεώδης, ο σχεδόν ιδανικός έρωτας του τόπου δεσπόζουν στο έργο του Νίκου Πενταρά, ένα έργο εν πολλοίς ήπιο, µε ένα υπόγειο, διυλισμένο σπαραγμό ή πάθος. Ενδεικτικό παράδειγμα, το μοναδικό, πεζογράφημα του µε τίτλο «Σε κάθε μπαλκόνι κι ένα χελιδόνι» του 2007, που συνιστά, από µια άποψη, µια ιστορική αλλά και προσωπική κατάθεση, καθώς συνοψίζει τη μαρτυρία μιας ολόκληρης εποχής. Αυτή που σημαδεύει τις παιδικές µας μνήμες και συνακόλουθα σπαρακτικά και επώδυνα τον ελληνισμό της Κύπρου.

Ως πεζογράφημα ανακαλεί την εμπειρία και τη μνήμη μιας ολόκληρης εποχής και ενός σχεδόν ιδεώδους κόσμου, την πορεία μιας ολόκληρης γενιάς, από το όραμα στη ματαίωση. Από την οικείωση στην αλλοτρίωση. Πρόκειται για ένα έργο, θα έλεγα, λογοτεχνικής ωριμότητας. Ένα πεζογράφημα μνήμης, που απευθύνεται ή καταξιώνεται και δικαιώνεται ως ένα έργο για νέους, µε άριστα αποτελέσματα.

Καθώς ο Νίκος Πενταράς, ιδιαίτερα µε το πεζογραφικό του έργο, αυτοβιογραφείται, καταθέτει, µε το δικό του τρόπο, ποιητικώς και πεζογραφικώς, την ιστορία και τη μνήμη της γενιάς του και του τόπου του. Τη συλλογική ιστορία της γενιάς του…» (Δρ Νίκος Ορφανίδης, από την ομιλία του σε εκδήλωση για το λογοτέχνη, Πάφος 25/02/2009)





«Ποιήματα (1975-1995), Κύπρος 1995
Τόμος ποιημάτων ο οποίος αποτελείται από 135 σελίδες.

Εκδόθηκε με τη συμπλήρωση 20 χρόνων από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του Νίκου Πενταρά. Ο τόμος συγκεντρώνει μέρος της εκδομένης δημιουργίας του ποιητή από το 1975 μέχρι το 1995.

Το εξώφυλλο του βιβλίου κοσμεί μυκηναϊκός αμφορέας των αρχών του 14ου αιώνα π.Χ. από το Κυπριακό Μουσείο.

«…Η έκδοση παρουσιάζει ανάγλυφη την πορεία και την εξέλιξη της ποιητικής γραφής του Νίκου Πενταρά, μαρτυρεί την εικοσάχρονη θητεία του στην ποίηση, δίνει µια γενική εικόνα της τεχνικής και των θεμάτων του, φανερώνει τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τους προβληματισμούς ενός ευαίσθητου ποιητή, που σαν καλός δέκτης παίρνει και καταγράφει και στη συνέχεια μετουσιώνει σε τέχνη όλα τα πλούσια ερεθίσματα της εποχής µας….
...Η ποίησή του, λυρική συνήθως, μας δίνει με ευαισθησία, σαφήνεια και απλότητα – τις πιο πολλές φορές – τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς του για όλα όσα συμβαίνουν σήμερα στον τόπο μας και στον κόσμιο γενικότερα. Ξεκινά σχεδόν πάντοτε από το τοπικό, για να προχωρήσει στο οικουμενικό…» (Δρ Γιώργος Κιτρομηλίδης, από το εισαγωγικό σημείωμά του στο βιβλίο)


«Φως εκ Φωτός», Κύπρος 1994
Ποιητική συλλογή η οποία αποτελείται από 17 ποιήματα που γράφτηκαν μετά το Μάρτη του 1988.

«Μια ωραία σύνθεση από 17 ποιήματα είναι το καινούριο βιβλίο του Νίκου Πενταρά. Ο γνωστός ποιητής, που εμφανίζεται όλο και καλύτερος σε κάθε καινούρια έκδοση, έδωσε στο βιβλίο του αυτό τον τίτλο "Φως εκ Φωτός". Το ελληνικό φως, που παίρνει συχνά και συμβολικές προεκτάσεις του ενέπνευσε 17 ποιήματα τα οποία μπορούν να διαβαστούν είτε αυτοτελώς είτε ως µια σύνθεση. Ο ποιητής, µε στίχους σφιχτοδεμένους, με εύστοχα επίθετα, µε ωραίες ειικόνες, και µε πλούσιο λεξιλόγιο οδηγεί τον αναγνώστη στον κόσμο, στον οποίο βασιλεύει το φως. Στον κόσμο της Κύπρου: στην ιστορία της, στον πολιτισμό της, στην κοινωνική της δομή, στις ρίζες της, στο ανεπανάληπτο φυσικό της τοπίο. Και ακόμα στον κόσμο της Κύπρου στον οποίο εισέδυσε η αλλοτρίωση που έφερε ο καταναλωτισμός, η επιδίωξη του κέρδους και το κυνήγι των υλικών αγαθών.
Η συλλογή «Φως εκ Φωτός» είναι καλογραμμένη ποίηση µε πολλά και ωραία μηνύματα. Ο ποιητής προχωρεί µε συνέπεια στο δρόμο του. (Θέμις Θεοχάρους, «Ραδιοφωνική Εφημερίδα», 03/06/1994)



«Επάνοδος», Κύπρος 1992

Ποιητική σύνθεση αποτελούμενη από 330 στίχους.


« Η ποιητική σύνθεση του Νίκου Πενταρά «Επάνοδος» είναι επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε, γιατί αναφέρεται σ΄ένα θέμα ζωτικής σημασίας για τους Έλληνες της Κύπρου, την επιστροφή στη γη των πατέρων, στις ρίζες της Ιστορίας και του πολιτισμού μας, αφού στα κατεχόμενα εδάφη μας είναι βαθιά χαραγμένη η ελληνική μας ιστορία από τον καιρό των Αχαιών. 


Στη σύνθεση αυτή ο ποιητής παρουσιάζεται να δέχεται ένα βράδυ την επίσκεψη ενός άγνωστου νέου που μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε Έλληνας της Κύπρου που έχει μέσα του την ελληνική μας ιστορία, τις θυσίες και τους αγώνες των προγόνων μας. Στην ερώτηση ποιος είναι ο άγνωστος νέος, η απάντηση είναι «…είμαι ο πρώτος εκ των Μυκηναίων που κατοικήσανε την Κύπρο τη Β΄ χιλιετηρίδα π. Χ. ο πρόγονος του Ευαγόρα, του Ρε Αλέξη, του μοναχού Ιωαννίκιου και του Κυριάκου Μάτση, ο πρόγονός σου ποιητή… Με σπαραγμό ψυχής βλέπω τους εν δουλεία απογόνους μου κι επιθυμώ να τους ελευθερώσω και να τους ανεβάσω πάλι στην Αχαιών Ακτή.» 


Η επανεγκατάσταση των προσφύγων στις εστίες τους θεωρείται πρώτιστο καθήκον των νεοτέρων και ανατίθεται στον ποιητή ο ρόλος του Μωϋσέως, να οδηγήσει δηλαδή το λαό στις ρίζες του, στα χώματά του, στην Αχαιών Ακτή, στην Ακανθού.
Ο ποιητής παίρνει κριτική θέση απέναντι στην έλλειψη προγραμματισμού, στα συνθήματα στα κενά λόγια και στα κλωνάρια της ελιάς.


Ο κατακτητής είναι αδίστακτος. Κι ακολουθεί ένα ερώτημα που πρέπει πολλούς να προβληματίσει: «Πρόγονέ μας Μυκηναίε, δείξε και φανέρωσε αν ο κατακτητής μας θέλει την απελευθέρωσή μας κι επιθυμεί το γυρισμό μας στην Αχαιών Ακτή.» Όσο ποιητικό κι αν είναι το ερώτημα δεν παύει να είναι τραγικά αληθινό. Ο ποιητής συλλαμβάνει ήδη από το 1992 την ψυχική μεταστροφή μερικών ελληνοκυπρίων και την αναπόφευκτη καταστροφή.


Ακολουθεί η υπόμνηση των αγώνων των Ελλήνων της Κύπρου, με τη Μαρία τη Συγκλητική και τους θυσιασθέντες το 1821. Ο ποιητής αδυνατεί να φέρει σε πέρας την αποστολή του, να οδηγήσει το λαό του στα χώματά του, οπότε, στην επόμενη ενότητα, παρουσιάζεται ο πατέρας του ποιητή που τον περιλούζει με τα κατάλοιπα του μυκηναϊκού στην Κύπρο πολιτισμού. «Σου μεταγγίζουμε το φως 
 το φως το αληθινό που θα φωτίζει την καρδιά σου και τη σκέψη σου για την επάνοδο στην Αχαιών Ακτή» λέει ο πατέρας. 


Το τελευταίο μέρος: « Έχοντας για σώμα- αντί για σάρκα και οστά- το φως το αληθινό που μου μετάγγισαν τα ειδώλια, παίρνω τον αμφορέα και ξεκινώ  πάω στους εν δουλεία που, καθώς με βλέπουνε με τέτοιο σώμα και με τον αμφορέα, κάποιος χιμάει κατά πάνω μου, τον παίρνει από τα χέρια μου με βία και μου τον φέρνει στο κεφάλι. Άσαρκο καθώς είναι, τίποτε δεν παθαίνει, ευτυχώς, ο αμφορέας όμως, δυστυχώς, γίνεται θρύψαλα, τα ειδώλια σκορπίζονται στο χώμα, το βάζουν έντρομα στα πόδια κι εξαφανίζονται.»

Η καταστροφή του πολιτισμού και της ιστορίας μας στα υλικά τους λείψανα μπορεί να είναι πραγματικότητα, όμως το ελληνικό φως δεν είναι υλικό άυλο ως είναι φωτίζει τις σκέψεις και αποφάσεις των ποιητών και πνευματικών ανθρώπων που έχουν μέσα τους βαθιά την ελληνική μας Ιστορία και το καθήκον απέναντί της.».

(Στέλιος Παπαντωνίου, δημοσίευση του στο διαδίκτυο)

 «Γιατί δεν μπορώ να δω την Ακανθού; Απλό, απλούστατο το ερώτημα του ποιητή στη νέα ποιητική συλλογή του («ΕΠΑΝΟΔΟΣ»), ερώτημα που μπαίνει όπως αυτά των παιδιών που ρωτούν για μύρια τόσα. Για να ακολουθήσει μετά η απάντηση και η υπόδειξη με τρόπο που ξαναθέτει το καθήκον  του ποιητή – προφήτη. Ο Πενταράς, όμως, δεν μένει μόνο σ’ αυτό.Το ενορατικό του κείμενο είναι ταυτόχρονα και κοινωνιολογικό δοκίμιο με τις σαρκαστικές εκφάνσεις, που επιβάλλει η ανάλυση μιας κοινωνίας όπως της κυπριακής.

 Έχει συζητηθεί και αναλυθεί αρκετές φορές το θέμα του βαθμού μηδέν της συζήτησης στην Κύπρο. Πως ακόμα και για τα αυτονόητα συνεχίζουμε τις ατέρμονες συζητήσεις, πως και ωδη και ευνόητα παράγουμε τη θεωρητική θολούρα και σύγχυση ενώ πρέπει επιτέλους να πούμε ορθά τη γνώμη μας και να προχωρήσουμε πάρα κάτω.

 Στην «ΕΠΑΝΟΔΟ» του Νίκου Πενταρά, οι νέοι Κύπριοι, ρίχνοντας τα φύλλα της ελιάς σ’ αναμμένα κάρβουνα, φτάνουν στο σημείο να ζητούν να μάθουν και αυτό:
δείξε και φανέρωσε
δείξε και φανέρωσε
αν ο κατακτητής μάς αγαπά.

 Η παρωδία του παιχνιδιού του «Αη Βασίλη Βασιλιά» στο ποίημα του Πενταρά είναι πράγματι ένα αποκαλυπτικό και εύστοχο εύρημα.

(Σάββας Παύλου – Τζωνής, «Ραδιοπρόγραμμα», Μάης 1993)

«… Η ποιητική σύνθεση «Επάνοδος» έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή για την τύχη του ελληνισμού της Κύπρου. Ο ποιητής στέλλει με καθαρή φωνή τα μηνύματά του, αλλά, συγχρόνως, εκφράζει την αγωνία του για το μέλλον αυτού του τόπου με τη μακρόχρονη ιστορία και με την τρισχιλιετή ελληνική παρουσία και παράδοση.

 (Γιώργος Κιτρομηλίδης, εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος», 30/07/1992)

«Η «Επάνοδος» του Νίκου Πενταρά είναι μια αξιόλογη   ποιητική σύνθεση, ένα είδος μπαλάντας όπου το διηγηματικό στοιχείο με το λυρικό συμβαδίζουν σε μια ιστορικής διάθεσης πορεία του κυπριακού ελληνισμού. Από την άλλη νιώθεις στην εξέλιξη της σύνθεσης τον πολιτικό αντίκτυπο από τα σημερινά γεγονότα μας. Τούτο κιόλας ζωντανεύει το λόγο και του δίνει και ένα άλλο νόημα, θα το ’λεγα κριτικό, μέσα στην τραγική ατμόσφαιρα.

(Κύπρος Χρυσάνθης, εφημερίδα  «Η Σημερινή», 14/08/1992)



« Η Τρίτη Απόφαση», Κύπρος 1988

Ποιητική συλλογή στην οποία περιέχονται 32 ποιήματα.

Το εξώφυλλο φιλοτέχνησε ο Σάββας Λαζούρας.

«… Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει την πιο προσωπική ποίηση του Πενταρά. Σ’ αυτή παρατηρώ μια ενδοστρέφεια, ένα κοίταγμα προς τα μέσα, κι αυτό αναπόφευκτα τον οδηγεί στην επανασύνδεσή του με τις μνήμες της παιδικής του ηλικίας, οι οποίες καιροφυλακτούν, για να βγουν κάθε λεπτό στην επιφάνεια. Κι ασφαλώς οι μνήμες αυτές είναι δεμένες με το γενέθλιο χώρο και τους ανθρώπους που τον ενσαρκώνουν…» (Θεοκλής Κουγιάλης, από την ομιλία του σε εκδήλωση για τον ποιητή, Χλώρακα 23/02/1996)

«… Στη συλλογή «Η Τρίτη Απόφαση» υπάρχει ο θρήνος και ένας λεπτός λυρικός λόγος χωρίς βερμπαλισμούς. Μια ψυχή που πάσχει, αλλά στο τέλος βρίσκει – τι χαρά – την «Αναγέννηση». Που βρίσκει καταφυγή στην Ποίηση – κι εγώ αφειδώλευτα σας γράφω ότι είσθε Ποιητής με κεφαλαίο Π… Το «Ηλιοβασίλεμα» είναι ένα απλό λυρικό διαμαντάκι. Δραματικό το «Ματαιότητα. Και ωμό, αλλά αληθινό (και καλά τα λέτε) στις «Συμβουλές ιδανικού εμπορευόμενου»…» (Νίκος Β. Τυπάλδος, από επιστολή του προς τον ποιητή, με ημερομηνία 01/08/1992)




«Περιστέρι μου ξεκίνα», Κύπρος 1987

Ποιητική συλλογή στην οποία περιέχονται 26 ποιήματα για παιδιά, που αντλούν τα θέματά τους από το περιβάλλον, τη φύση, τα παιδικά παιχνίδια, τη σχολική, την οικογενειακή, τη θρησκευτική ζωή και από τις εθνικές επετείους. Η συλλογή διακρίθηκε σε διαγωνισμό του Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού Νεανικού Βιβλίου.

Το βιβλίο εικονογράφησε ο Κυριάκος Ιωαννίδης.

«… Tα παιδικά ποιήματα του Νίκου Πενταρά, που περιλαμβάνονται στη συλλογή του «Περιστέρι μου ξεκίνα» έχουν από την αισθητική άποψη πολλά στοιχεία ελκυστικά, αλλά και από την παιδαγωγική πλευρά εξυπηρετούν το μαθητή…» (Κύπρος Χρυσάνθης, εφημερίδα «Η Σημερινή», 8/5/1998)

«… Ο Νίκος Πενταράς με την πρώτη του ποιητική συλλογή για παιδιά είναι κιόλας ένας ώριμος ποιητής. Χωρίς να μιμείται, χωρίς να κάνει παρωδίες, έρχεται να προσφέρει στα παιδιά ό,τι γνήσιο έχει να προσφέρει η παιδική ποίηση του τόπου μας…» (Μαρία Πυλιώτου, Περιοδικό «Παιδική Χαρά», Τόμος ΚΗ΄ Τεύχος 5 (220), Φλεβάρης 1989)



«Μηνύματα», Κύπρος 1981

Ποιητική συλλογή στην οποία περιέχονται 22 ποιήματα. Οκτώ από τα ποιήματα της συλλογής («Απάτη», «Αναμονή», «Ζητούμε Βοήθεια», «Χαμένη Προσπάθεια», «Εγκατάλειψη», «Αγωνία», Προσπαθούν», «Στον Αδελφό μου Άνθρωπο») γράφτηκαν πριν από τα τραγικά γεγονότα του 1974 στην Κύπρο. Τόσο τα ποιήματα αυτά, όσο και τα υπόλοιπα, που γράφτηκαν μετά τα γεγονότα του 1974, ζητούν να μεταδώσουν μηνύματα αφύπνισης από τον εφησυχασμό και αντίστασης ενάντια σε κάθε μορφή αδικίας.

«… Μια στροφή του ποιητή προς τον κοινωνικό περίγυρο και με διάθεση κριτική που σε ορισμένα σημεία φτάνει ως το σαρκασμό, βρίσκω στα ποιήματα της δεύτερής του συλλογής «Μηνύματα». Το πνεύμα του ποιητή τυραννιέται μέσα στον ασφυκτικό κλοιό του κοινωνικού ψεύδους και συχνά ο στίχος του γίνεται κραυγή διαμαρτυρίας… (Αντώνης Πιλλάς, «Ενδοχώρα», τ.32, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 1993)

«…Τα ποιήματα της συλλογής παρουσιάζουν ομοιομορφία ύφους και τεχνικής. Σ’ αυτά είναι έντονες οι σουρεαλιστικές απηχήσεις. Εικόνες που εκφεύγουν από την καθιερωμένη λογική και φραστικοί συνδυασμοί απροσδόκητοι καθορίζουν τις πηγές και τις επιδράσεις του ποιητή…» (Θεοκλής Κουγιάλης, από την ομιλία του σε εκδήλωση για τον ποιητή, Χλώρακα 23/02/1996)







«Ώρες Πολέμου», Κύπρος 1975

Ποιητική συλλογή η οποία αποτελείται από 20 ποιήματα, εμπνευσμένα από τα βιώματα, τις εμπειρίες και τα συναισθήματα του ποιητή από την τούρκικη εισβολή στην Κύπρο το 1974, την οποία έζησε ως έφεδρος στρατιώτης.

Το εξώφυλλο φιλοτέχνησε ο Αντρέας Νικολαΐδης.

«…Ένα πικρό χρονικό είναι οι στίχοι της συλλογής «Ώρες Πολέμου». Ο ποιητής εξιστορεί πως «Ο χάρος έφτασε τον Αλωνάρη μήνα… κι ο ήλιος κρύφτηκε στη στάχτη… η νύχτα κλαίει τους γκρεμισμένους μόχθους μας…». Μ’ ένα κοντύλι πύρινο χαράζονται οι στίχοι και μας συγκλονίζουν. Οι σκοτωμοί, η ερήμωση, το δράμα των προσφύγων, η τραγική εικόνα του ωραίου νησιού. Νομίζει κανείς πως διαβάζει στίχους Δημοτικών τραγουδιών για την Άλωση της Πόλης...» (Χρυσάνθη Ζιτσαία, εφημερίδα «Θεσσαλία»,0 6/06/1976)

«… Η χαμένη ειρήνη, η απώλεια της ανθρώπινης ζωής, οι ξεριζωμένοι, όλο θέματα που πονούν, που προβληματίζουν, που εμπνέουν. Ο στίχος ελεύθερος ή παραδοσιακός, ευαίσθητος, υπηρετεί το συναίσθημα υπάκουος, αφομοιωμένος στο πλείστο…» (Νάγια Κ. Ρούσου, εφημερίδα «Κύπρος», 22/09/1975)

«… Οι «Ώρες Πολέμου» κινούνται σε δύο επίπεδα: Στο πρώτο επίπεδο βρίσκονται τα ίδια τα γεγονότα, τα οποία ο ποιητής αφηγείται σαν να βρίσκεται πίσω από μια κάμερα και οπτικογραφεί, εγγράφει πάνω στην ευαίσθητη ταινία της συνείδησής μας αυτά που τόσο πικρά εμπειράται. Στο δεύτερο επίπεδο λειτουργεί η συνείδηση του ποιητή, ο οποίος μέσα από τον πόνο του δίνει τις συντεταγμένες της αγωνίας του, για να αφήσει εμάς τους αναγνώστες του να καθορίσουμε στον παγκόσμιο χάρτη του ανθρώπινου ξεπεσμού το ακριβές στίγμα της τραγικής και βαθύτατα νοηματισμένης εγρήγορσής του…» (Θεοκλής Κουγιάλης, από την ομιλία του σε εκδήλωση για τον ποιητή, Χλώρακα 23/02/1996)

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019


ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗΣ "ΑΚΤΗ" , ΤΕΥΧΟΣ 114, ΑΝΟΙΞΗ 2018, ΟΠΟΥ ΑΝΘΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΣΤΟ ΔΕΚΑΕΞΑΣΕΛΙΔΟ ΕΝΘΕΤΟ "ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟ" ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΜΟΥ ΕΡΓΟ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ-ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΝΙΚΟ ΟΡΦΑΝΙΔΗ, ΤΟΝ ΑΝΤΩΝΗ ΠΙΛΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΙΜΟΝΗ ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ!





Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2019







Νίκος Πενταράς: «ΣΕ ΦΟΝΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ», 2015
                                    από τον Γιώργο Φράγκο

(εφημερίδα «Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ»,  7 Δεκεμβρίου 2015)

Ο Νίκος Πενταράς έχει ήδη διανύσει μια σαραντάχρονη πορεία στα ποιητικά πράγματα του τόπου και στην υπό παρουσίαση νέα του συλλογή, την ένατη στη σειρά, διακρίνω μια διάθεση επανεξέτασης και αναθεώρησης των πραγμάτων, των συναισθημάτων, ενδεχομένως και των τοποθετήσεων. Μια διάθεση, την οποία θα χαρακτήριζα δηλωτική της ωρίμανσης του ποιητή, μιας ωρίμανσης τόσο αισθητικής, όσο και συνειδησιακής: «…αναποδογυρίζω την κλεψύδρα / αφαιρώ το φθαρμένο προσωπείο / των επαναλήψεων / κι ονομάζω το καθετί απ’ την αρχή…». (σελ. 7)
Η σημειωτική του Ν.Π. είναι και σ’ αυτή τη συλλογή ξεκάθαρη και μονοσήμαντη. Διανθισμένη με ευφάνταστες και ευρηματικές απεικονίσεις βαθυστόχαστων συλλογισμών: «…οι μνήμες σήμαντρα βουβά / όνειρα πεταλίδες / αποκολλούν από τα βράχια τους…». (σελ. 9)
Ο Ν.Π., ενώ φαντάζει περισσότερο ελεγειακός και λυρικός ποιητής, με έφεση στην αυτοαναφορικότητα, δεν μένει αδιάφορος μπροστά στην οδύνη της τρέχουσας επικαιρότητας. Και τον απασχολεί πώς αυτή αποτυπώνεται στην ποίηση, όπου, επί της ουσίας, μόνο δράματα καταγράφονται: «Πάντα τα ποιήματα / βάφουν κόκκινο το χαρτί / με το αίμα των πληγών / απ’ το σπαθί / των τελευταίων ειδήσεων…» (σελ. 11).
  Οι μνήμες, ως πολυσήμαντες, πολυδιάστατες και πολυεπίπεδες αναφορές και ερεθίσματα –και όχι η μνήμη ως αφηρημένη ή γενική φιλοσοφική και αισθητική κατηγορία– απασχολούν έντονα τον ποιητή. Στο ομώνυμο σύνθετο ποίημα της συλλογής, οι μνήμες, ανάμεσα σε άλλα, ταυτίζονται με τη θαλπωρή και την ομορφιά: «Χιονίζει μνήμες / κι ένας χιονάνθρωπος / στην αυλή της νύκτας / βάφει στα λευκά / την άχρωμη χαρά / της μοναξιάς του» (σελ. 13).
  Οι στίχοι του Ν.Π. διακρίνονται και από μια βαθιά αισθαντικότητα, με όποια θεματική και αν καταπιαστεί. Εδώ και από μια υποψία ερωτικής νύξης: «Η σιωπή / διάτρητη από τους πυροβολισμούς των στεναγμών / καίγεται στον πυρετό της απουσίας σου / και δάκρυα τριαντάφυλλα / ραίνουν το πρόσωπό της» (σελ. 20).
  Γενικά, ο Ν.Π. πραγματεύεται μεγάλες ιδέες, μεγάλες έννοιες και υψηλά νοήματα, με απλότητα, καθαρότητα, παραστατικότητα και νηφάλια εικονοπλαστική διάθεση, χωρίς εξάρσεις εντυπωσιοθηρίας. Να πώς συμπλέκονται τρεις σημαντικές έννοιες, η αγάπη, η μοναξιά και η πίστη, στο ποίημα που ακολουθεί: «Μονάχα μ’ ένα ρούπι / ένα ρούπι αγάπης / η μοναξιά υφαίνει / πίστη σαραντάπηχη / και ντύνει την παγωνιά της» (σελ. 26).
  Ο τρόπος με τον οποίο ο Ν.Π. σαρκάζει τις αξιοκατάκριτες ανθρώπινες συμπεριφορές διακρίνεται από μια λεπτότητα και μια εμμεσοτάτη διαχείριση, που ουδόλως όμως μειώνει τον υψηλό βαθμό της καυστικότητάς του. Ο ποιητής επιλέγει τις υπαινικτικές, παρά τις διακηρυκτικές προσεγγίσεις, όταν θίγει το μέγα ζήτημα της διάβρωσης των ανθρώπινων συνειδήσεων: «Ευτυχώς που υπάρχουν και οι ακέραιοι αριθμοί / διαφορετικά η λέξη ακέραιος / θα έπεφτε σιγά σιγά σε αχρηστία» (σελ. 29).
  Aξιοπρόσεκτη βρίσκω και μια «στιγμή» γεμάτη πίκρα, κυνισμό και σαρκασμό, που σίγουρα έχει τις καταβολές της στον Κώστα Μόντη: «‘Το μαχαίρι μέχρι το κόκαλο’ ναι! / Εδώ όμως, αδελφέ, πρόκειται γι’ ασπόνδυλα» (σελ. 30).
  Ο Ν.Π. μπορεί να μη γράφει αμιγώς δημοσιολογικούς στίχους, τοποθετούμενος ευθέως επί πολιτικοκοινωνικών θεμάτων. Δεν μένει όμως αδιάφορος στα όσα συμβαίνουν στο κοινωνικό περιβάλλον. Και δίδει το δικό του στίγμα αλληλεγγύης με βαθιά ουμανιστική διάθεση: «Φέτος τα Χριστούγεννα / από τη συνταγή για μελομακάρονα / αφαιρέστε / μισό φλιτζάνι ζάχαρη / ένα φλιτζάνι μέλι / και δώστε τα / στον πικραμένο αδελφό σας» (σελ. 38).
  Παρ’ ολ’ αυτά, ο Ν.Π. ενίοτε χρησιμοποιεί το θρησκευτικό θεματικό υπόβαθρο, για να αναπτύξει κάποια ζητήματα δημοσιολογικής, κοινωνιολογικής και ουμανιστικής υφής. Κι αυτό κυρίως για να καταπιαστεί με ιδέες και έννοιες όπως η φιλία, η οικογένεια, στις μέρες μας, στη σύγχρονη εποχή, μέσα από σύγχρονα συμφραζόμενα. Αυτό συμβαίνει στα ποιήματα: «Σάββατο του Λαζάρου» (σελ. 39), «Μετά βαΐων» (σελ. 40), «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται» (σελ. 41), «Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» (σελ. 42), «Η ακολουθία του Νιπτήρος» (σελ. 43), «Μεγάλη Παρασκευή» (σελ. 45), και «Πασχαλινό τραπέζι» (σελ. 46). Στο τελευταίο ποίημα ο Ν.Π. επιχειρεί και μια μεταθανάτια συνομιλία με τους γονείς του, μέσα από μια ιδιότυπη και νοητή επιστροφή στις ρίζες του, στους γεννήτορές του, στα χρόνια της δικής του εφηβείας.
  Ο Ν.Π., ακόμα κι όταν διατυμπανίζει, όταν διακηρύττει, όταν προβάλλει με περηφάνια την ευαισθησία του, που είναι διάχυτη σ’ ολόκληρο το βιβλίο, έχω την εντύπωση πως το πράττει με μια αδιόρατη λεπτότητα και με μια έμφυτη συστολή: «Την ημέρα της πλύσης / θυμήσου / να βάλεις την ψυχή μου / μαζί με τα ευαίσθητα / και να την απλώσεις / να στεγνώσει στάζοντας / (δίχως στίψιμο)» (σελ. 60).
  Σε μια συνολική προσπάθεια ανάπτυξης διακειμενικού διαλόγου με μεταστάντες ποιητές, μέσα από δύο ποιήματα που διαδέχονται το ένα το άλλο, «Ποιητική σύναξη» (σελ. 68) και «Οι μεταστάντες ποιητές» (σελ. 69), ο Ν.Π. αναφέρεται πρώτα στους αδικαίωτους και μετά στους δικαιωμένους ποιητές. Τους περιβάλλει όμως όλους με την ίδια θαλπωρή και ζέση. Με την ίδια στοργή και μέριμνα. Παραθέτω το δεύτερο, ευσύνοπτο ποίημα: «Οι μεταστάντες ποιητές / τις νύκτες αποδρούν από τις προτομές τους / και παίρνουν κρυφά τον δρόμο για το σπίτι τους / να ξαναβρούν τη μοναξιά τους» (σελ. 69).
  Και εδώ, όπως και σε άλλα ποιήματα της συλλογής, η μοναξιά σημασιολογείται ως η απόλυτη προϋπόθεση για την πραγμάτωση της πνευματικής δημιουργίας.
                                                                            
                                                                 Γιώργος Φράγκος                                                   

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2019





Νίκου Πενταρά: "ΣΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ", 2009

       από τον φιλόλογο - μελετητή Στέλιο Παπαντωνίου

Η ποιητική συλλογή του Νίκου Πενταρά "Στη Μοναξιά του Φεγγαριού" χωρίζεται σε ενότητες: Γέννηση, Η αρπαγή, Η προσμονή, Ελπίδα, Ο λυτρωμός.

Όπως παρατηρούμε, πρόκειται και πάλι για μια αρχή, μέση και τέλος, για ένα ολοκληρωμένο κύκλο, ή μια πορεία προς την έξοδο ή τη λύτρωση.

Το μόττο του βιβλίου είναι καθοριστικό της ποιητικής του Νίκου Πενταρά, που θα βοηθήσει να συλλάβουμε και τα εργαλεία, σύγχρονα ή παλαιά , με τα οποία πρέπει να πλησιάζουμε την ποίησή του. Γράφει λοιπόν ως προμετωπίδα του έργου του αυτού:

«Απλούστατα, δεν πρόσεξαν την παρουσία μας εδώ, γιατί δεν ζήσαμε στην εποχή τους, αλλά στην εποχή του Κάλβου και του Σολωμού, του Παλαμά και του Καβάφη, με τη λαβωματιά στο στήθος από τον πυροβολισμό , που σκόρπισε στο σκοτεινό δωμάτιο τους πένθιμους συλλογισμούς του Καρυωτάκη.»

Οίνος λοιπόν εις  παλαιούς ασκούς, και ας μη κατηγορούμε για την έλλειψη νεοτερικότητας. Το μόνο ίσως στο οποίο διαφέρει από τις παλαιές σχολές είναι ο ελεύθερος στίχος, στον οποίο γράφει. Κατά τα άλλα, στη συλλογή αυτή, εκτός από τα μονόστιχα και ολιγόστιχα ποιήματα, στα οποία συμπυκνώνει το λυρισμό του, βρίσκουμε  θεματικά και εικονικά τη φύση να παίζει τον πρώτο ρόλο, αφού από αυτήν παίρνει τις περισσότερες εικόνες του, και μ’ αυτήν συνταιριάζει τα ανθρώπινα, συναισθήματα και σκέψεις.

Οι εικόνες του από τη φύση, με τις παρομοιώσεις, τις μεταφορές, τις αλληγορίες, τις αντιθέσεις, επιβεβαιώνουν το προλογικό του σημείωμα. 

Η προσπάθεια συγγραφής ολιγόστιχων ποιημάτων, μονόστιχων, δίστιχων, τρίστιχων κρίνεται επιτυχής, γιατί και δεξιότητα χρειάζεται και συμπύκνωση λόγου και νοημάτων ποιητικά δοσμένων.

Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019


Ο ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΑΝΑΡΤΩ TA ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΟΥ ΣΤΟ FACEBOOK

Από χρόνια τώρα αναρτώ στο facebook δικά μου ποιήματα, τα οποία συνοδεύονται από εικόνες ανάλογου περιεχομένου ή τραγούδια. Με ικανοποίηση διαπιστώνω ότι και πολλοί άλλοι γνωστοί μου αλλά και άγνωστοι, οι οποίοι ασχολούνται με το γράψιμο, αναρτούν δικά τους κείμενα, ποιητικά είτε πεζά. Επίσης, είναι αρκετοί κι εκείνοι οι οποίοι σημειώνουν κάτω από τις αναρτήσεις μου ότι τους αρέσουν και πολλές φορές μάλιστα τις σχολιάζουν με πολύ θετικά σχόλια. Αυτό στην αρχή πολύ με κολάκευε, μέχρι που έφτασα στο σημείο να συμπεράνω ότι είχε δίκαιο ο φίλος μου ο Κυριάκος που μου είπε: «Να, λοιπόν, ακόμα ένας σύγχρονος τρόπος για να παρουσιάσεις την ποίηση σου: το facebook.».

Με την πάροδο, όμως, του χρόνου, αν και γνώρισα πολλούς πολύ αξιόλογους ανθρώπους και διάβασα εξαιρετικές αναρτήσεις, διαπίστωσα ότι το facebook δεν είναι χώρος για τέτοιου είδους αναρτήσεις, αλλά για αναρτήσεις περιεχομένου της καθημερινότητας, πιο κοινότυπου και πιο ανάλαφρου. Άλλωστε, τέτοιου είδους αναρτήσεις είναι που αρέσουν, όπως καταλάβαινα, και αυτές είναι που διαβάζονται περισσότερο. Όσο για το «μ’ αρέσει» που οι διαδικτυακοί φίλοι μου εκεί μέσα σημείωναν κάτω από τις αναρτήσεις μου, δεν μπορούσα  να ξέρω με βεβαιότητα αν πράγματι τις διάβαζαν ή αν το έκαναν έτσι, από αβροφροσύνη, χωρίς να τις διαβάσουν ή για ανταπόδοση του δικού μου «μ’ αρέσει», που σημείωνα κάτω από τις δικές τους αναρτήσεις. Διότι από ό, τι είχα ακούσει γινόταν και αυτό.

«Έχω την αίσθηση ότι δεν είναι αυτός τρόπος αλλά ούτε και χώρος να παρουσιάζω το λογοτεχνικό μου έργο», εξομολογήθηκα μια μέρα στον φίλο του τον Κυριάκο, ενώ πίναμε παρέα τον καφέ μας.   
«Δεν βρίσκεται η ίσια σου!», με μάλωσε εκείνος. «Αποφάσισε τέλος πάντων τι θέλεις. Διαφορετικά, μη μου παραπονεθείς ξανά ότι τα έργα σου δεν  προωθούνται. Εσύ φταις για τούτο και φτάνει πια να ρίχνεις το φταίξιμο σε άλλους. Εκτός κι αν δεν αξίζουν.», συνέχισε με το ίδιο έντονο και κατηγορηματικό ύφος.

Δεν μίλησα. Ωστόσο, τα τόσο ωμά και κυνικά λόγια του φίλου μου με προβλημάτισαν. Βρήκα ότι κατά βάθος είχε δίκιο κι εκεί που ήμουν αποφασισμένος, να απενεργοποιήσω τον λογαριασμό μου στο facebook, γιατί είχα και εξακολουθώ να έχω τις επιφυλάξεις μου για τη χρησιμότητα αυτής της υπηρεσίας, μα πιο πολύ, γιατί είναι έξω από το χαρακτήρα μου και από τις απόψεις μου για το είδος αυτό της επικοινωνίας, ανακάλεσα την απόφασή μου, γιατί ένιωθα και από την άλλη την ποίησή μου να μου παραπονιέται, που τόσα χρόνια δεν έκανα σχεδόν τίποτε για την προβολή της.  Στο κάτω κάτω αν η ποίηση μου αξίζει, δεν είναι θέμα των «μου αρέσει» ή των θετικών σχολίων στο facebook. Ο χρόνος θα το δείξει…  

Σάββατο 22 Ιουνίου 2019


Δεν ήταν  

Όχι, δεν ήταν στίχους
που χάραζα για χρόνια
στον μουχλιασμένο τοίχο
της αδιαφορίας σου
αλλά πουλιά, λουλούδια
κι όλα τα συναφή
για να τα παίρνεις
και να φτιάχνεις 
τη δική σου άνοιξη.

(από την ποιητική μου συλλογή "ΣΕ ΦΟΝΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ", 2015)