Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022

 



Για την ποιητική μου συλλογή "ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ", Λευκωσία, 2021, έγραψαν:

"Η ποιητική σύνθεση του Νίκου Πενταρά "Αριθμητική Αναμονής" έχει ως πυρήνα την Αγάπη. Από την αναμονή της ως την ένωση και προσφορά της, όταν με την ιερότητά της δίνεται στον ποιητή εξερευνητή του βάθους της. Η ταυτότητα Υποκειμένου Αντικειμένου ανυψώνει τον ποιητή που ψάλλει με ποικίλες διαυγείς εικόνες και ήχους τον Ύμνο της. Η διαλεκτική σχέση Ερώντος Ερωμένου, η αλληλεπίδραση και ομολογημένη προσφορά και αποδοχή εκρήγνυνται σε φως και ήχους πληρότητας, που οδηγεί στην αυτογνωσία."

(Στέλιος Παπαντωνίου, φιλόλογος - συγγραφέας)

"Πρόκειται για μια ποιητική σύνθεση από είκοσι δύο ενότητες (ΧΧΙΙ), μέσα από τις οποίες υμνείται η αγάπη, από την αναμονή ως την ένωση και προσφορά της. Είναι εκπληκτικό ότι η ποιητική συλλογή, στην ολότητά της, περιστρέφεται γύρω από ένα θέμα, την Αγάπη, ιδεατής, θα έλεγα, με συμπαντική νομοτέλεια.
Καταληκτικά, θα έλεγα ότι η ποιητική συλλογή του Νίκου Πενταρά εκτός από τον λεκτικό και εικονοπλαστικό της πλούτο, διακρίνεται, επίσης, για το συναίσθημα και τον λυρισμό της."
(Λεωνίδας Οικονομίδης, ποιητής)

"Πρόκειται για ''αριθμημένη'' ποιητική συνθετική ενότητα μιας πληθωρικής ερωτικής εξομολόγησης κι ενός ύμνου της Αγάπης γεμάτου ευφάνταστους συμβολισμούς, πλούσιες εικόνες και σχήματα. Εικόνες θα έλεγα εξπρεσιονιστικές και ιμπρεσιονιστικές ενός τέλειου έρωτα και ουτοπικού, μέσα από ένα έντονο και διάχυτο λυρισμό που μ' εντυπωσίασε!"
(Ευάγγελος Καραφωτιάς, ποιητής)

"Αγαπητέ Νίκο, σε ευχαριστώ πολύ για την "Αριθμητική αναμονής". Έχεις γράψει το δικό σου "άσμα ασμάτων", με ωραίες εικόνες και με πολλή αγάπη. Έρωτικό για τον τόπο και ταυτόχρονα για τον έρωτα. Το διάβασα με πολύ ενδιαφέρον."
(Γιώργος Μολέσκης, ποιητής)

Πέμπτη 13 Μαΐου 2021

 ΑΠΟ ΤΑ ΟΣΑ ΕΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΜΟΥ


«Ο Νίκος Πενταράς, βαθύς γνώστης των καιρών, αλλοτινών και τωρινών, συνεπής παλμογράφος των κοινωνικών κραδασμών, συνειδητοποιημένος, ανήσυχος, ευαίσθητος, τρυφερός και, πρωτίστως, προστατεύοντας στους ασκούς των αναζητήσεων του τον ανεκτίμητο, για όλους μας λυρισμό ο οποίος, όσο πάει και λιγοστεύει, λόγω της πνευματικής αποξήρανσης που στη φαρέτρα της χοροπηδούν δηλητηριώδη βέλη, καταγράφει τη σιωπή με εύγλωττους στίχους, με συλλαβές βουτηγμένες στην καλοσύνη, με φωνήεντα και σύμφωνα που απομακρύνονται, τρομαγμένα, από πεδία μαχών, με αλμυρές σταγόνες δακρύων για μπερδεμένους ανθρώπους που τους προσφέρουν, αστείοι πλανητάρχες και υποτακτικοί τους, κάλπικες ιδεολογίες αντί, απλώς, ένα κομμάτι ψωμί και ένα λιμάνι να ξεπλύνουν, στα ήρεμα νερά του, τις βρώμικες εξ υπαιτιότητας  άλλων, ελπίδες τους».

Ανδρέας Κούνιος, εφημερίδα «ΑΛΗΘΕΙΑ», 14 Μαΐου 2015

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

ΕΚΠΟΙΗΣΗ



Περπατώ στον παραλιακό πεζόδρομο

Με τις αναμνήσεις στο σακίδιο πλάτης

Κάθε τόσο σταματώ και μαζεύω το αλάτι 

Από τις αλυκές του ιδρώτα σου 

Πάνω στα χαλάσματα των ονείρων σου

Χτίστηκαν επαύλεις και ξενοδοχεία

Μου φαίνεται ακούω 

τον ρυθμικό χτύπο του μαγκανοπήγαδου

Παρουσιάζεσαι μπροστά μου

Ποτίζεις με στοργή το χωράφι

Μόλις τελειώνεις το πότισμα

Το χωράφι φεύγει μεσ' από τα χέρια σου.

Τρίτη 6 Απριλίου 2021

 


ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΟ

 Φθινόπωρο και βράδιασα στη Λευκωσία.

Κάθομαι στον κεντρικό σταθμό

των αστικών και υπεραστικών λεωφορείων

και περιμένω για να πάω σπίτι μου

 

αναχωρούν με τη σειρά

τα δρομολόγια των αστικών λεωφορείων

για τον Λυκαβηττό

τον Άγιο Δομέτιο

τον Στρόβολο

και το Καϊμακλί

 

μοναδικοί τους επιβάτες

οι αναμνήσεις μου

άλλες μαυρόασπρες και άλλες έγχρωμες

στριμωγμένες

να τις μεταφέρουν

στην οδό Ευσταθίου Ξενοφώντος

και μετά στην Ιωάννου Μεταξά

στον Λυκαβηττό

σε νοικιαζόμενα φοιτητικά δωμάτια

στην οδό Αξιοθέας στον Άγιο Κασσιανό

Μεγάλου Αλεξάνδρου στον Άγιο Δομέτιο

Βασιλικού και Μεσαορίας στο Καϊμακλί

σε σπίτια νοικιαζόμενα

και στην οδό Μεσσηνίας στον Στρόβολο

σε σπίτι ιδιόκτητο

 

άρχισε να ψιλοβρέχει

κι όσο τα λεωφορεία ξεμακραίνουν

η βροχή όλο δυναμώνει

και θολώνει την εικόνα

 

γυρνώ το πλήρες αναμνήσεων

σαν αστικό λεωφορείο κεφάλι μου

και κοιτώ την ώρα

στον ηλεκτρονικό πίνακα

με τα δρομολόγια των υπεραστικών λεωφορείων

 

πέρασε ήδη

δίχως να το καταλάβω

ένα τέταρτο από την αναχώρηση

και του τελευταίου δρομολογίου

για να πάω σπίτι μου

 

ο σταθμός σιγά σιγά αδειάζει

μ' εμένα μονάχα

καθισμένο στο παγκάκι

και τον οδοκαθαριστή

που μαζεύει τα σκουπίδια

και τα πεσμένα φύλλα.

 

 ΤΟ ΦΙΛΕΜΑ

 Χθες που πήγα να δω τη μάνα μου

που τελευταία

δυσκολεύεται να περπατήσει

και ξεχνά ονόματα και γεγονότα

λόγω ηλικίας

 

καθώς κουβεντιάζαμε

σηκώθηκε απ' την καρέκλα της

με δυσκολία

πήγε στην άλλη κάμαρα

ακουμπισμένη στο μπαστούνι της

κι επέστρεψε

κρατώντας μια τσάντα πλαστική

με σύκα, ρόδια και μήλα

για μένα, είπε

να τα πάρω μαζί μου φεύγοντας.

 

Εκείνη ακριβώς την ώρα

γύρισα το κεφάλι προς την ξώπορτα

για να μη δει η μάνα μου

τα δακρυσμένα μάτια μου

και είδα να δρασκελά το κατώφλι

ένα παιδί

με μια τσάντα πλαστική στο χέρι

γεμάτη καλούδια.

 

ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ

οι νύχτες που ξαγρυπνούσαν

αναμένοντας τον ερχομό σου

μ’ έμαθαν να μετρώ τις ρυτίδες

στο πρόσωπο του φεγγαριού

 

το χάδι της άνοιξης

γλάρος που σ’ αναζητούσε

για να σου μάθει το τραγούδι

που λέει στον ήλιο το κύμα

κι ο ουρανός

σε καρτερούσε

να παραβιάσεις το άβατό του

και να τον ταξιδέψεις

στην απεραντοσύνη του γαλάζιου σου

 

άτι ατίθασο η σκέψη

στα χείλη μου άνοιγε πανιά

ήχοι και λέξεις

που δεν  φώναξε ποτέ κανείς

λικνίζονταν σαν φλόγες

στα πελαγίσια μάτια σου

όπου οι μέρες μου μακριά τους

βράδιαζαν νύχτες νοσταλγίας 

 

σε περίμενα

χρωματίζοντας τη νύχτα

 

σε περίμενα

σχεδιάζοντας ηλιοβασιλέματα

και πανσέληνους

 

σε περίμενα

δίνοντας ονόματα στ’ αστέρια·

 

τελικά φάνηκες

με τη θλίψη στα μάτια

και στα χέρια

τον οδικό χάρτη της χαράς μας.

 

ΤΑΞΙΔΙ

 Μάζεψα το πατρικό μου σπίτι

το φορτώθηκα στον ώμο

και ξεκίνησα

 

στο πρώτο μου βήμα

άνοιξε το παράθυρο

που βλέπει προς τη θάλασσα.

Στάλες αλμύρας

θόλωσαν την απεραντοσύνη της

που τόσο αγάπησα

και θα μου λείψει

 

χρόνια τώρα μένω

με το βήμα μετέωρο

και το σπίτι μου

να ταξιδεύει

απ’ τ' ανοιχτό παράθυρο.

 

 

 ΠΗΡΕ ΝΑ ΒΡΑΔΙΑΖΕΙ

 Πήρε να βραδιάζειστο δάσος

με τις ακάλυπτες υποσχέσεις

και τις ευκάλυπτες παραβιάσεις

 

λογχοειδή φύλλα τραυματίζουν

την επόμενη μέρα

που πέφτει αιμόφυρτη

πάνω στο ματωμένο στήθος της

 

σέρνεται με δυσκολία

και βγαίνει απ' το δάσος

κάτω από συνεχή βροχή

 

σηκώνεται αργά αργά

μα γλιστρά και ξαναπέφτει

 

δεν βλέπει τίποτα

μόνο ακούει τον ήχο της βροχής

και νιώθει τη λάσπη

κάτω από το ματωμένο στήθος της.